«Η Θρησκεία ως Εργαλείο Πολιτικής των Πτολεμαίων»,

Θανάσης Κουτουπάς, Μτπχ. Θρησκειολογίας

Η παρούσα εργασία έχει σκοπό να παρουσιάσει τον τρόπο με τον οποίο οι Πτολεμαίοι έκαναν χρήση της θρησκείας ως ένα εργαλείο πολιτικής προπαγάνδας μέσα από τρεις κύριους άξονες: την προώθηση της λατρείας του βασιλιά, τη λατρεία μιας νέας θεότητας, αλλά και την ανάπτυξη στενών δεσμών με το ήδη υπάρχων ιερατείο, μέσα από την οικονομική και όχι μόνο βοήθεια προς τους ναούς.
 

Στη σύγχρονη εποχή ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής συχνά ονομάζεται «πλανητάρχης», όρος που αντιστοιχεί στον πιο ισχυρό άνθρωπο. Παρόλα αυτά, όσο εντυπωσιακός και αν είναι ένας τέτοιος τίτλος, σε τίποτα δε μπορεί να συγκριθεί με τον τίτλο «θεός». Ένας άνθρωπος, ακόμα και αν είναι ο πιο ισχυρός, δεν παύει ποτέ να είναι θνητός. Στον αρχαίο κόσμο, η τάση να ονομάζεται κάποιος βασιλιάς θεός ή γιός κάποιου θεού ήταν αρκετά διαδεδομένη και η Αίγυπτος αποτελεί ένα αρκετά καλό παράδειγμα για το πώς ένας τέτοιος ισχυρός τίτλος λειτούργησε για να ενώσει δύο πολιτισμούς κάτω από έναν ηγεμόνα και ταυτόχρονα να στηρίξει το «νόμιμο» δικαίωμα των Πτολεμαίων να κυβερνούν την Αίγυπτο. Οι Πτολεμαίοι όχι μόνο εγκαθίδρυσαν τη δική τους δυναστική λατρεία στην Αίγυπτο, αλλά έκαναν χρήση παλαιών και νέων λατρειών, καθώς και ναών για να επεκτείνουν και να στηρίξουν την πολιτική τους.
Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Πτολεμαίος Α’ Σωτήρ άδραξε την ευκαιρία και έθεσε τον εαυτό του βασιλιά της Αιγύπτου. Δύο ήταν τα μέτωπα που έπρεπε να αντιμετωπίσει. Το ένα ήταν στο εξωτερικό της χώρας, στο οποίο έπρεπε να διατηρήσει τη θέση του ως βασιλιάς της Αιγύπτου κατά τη διάρκεια των πολέμων των διαδόχων· το άλλο ήταν το πώς θα μπορούσε να διασφαλίσει την εξουσία του στο εσωτερικό της Αιγύπτου. Όντας ξένος, έπρεπε με κάθε τρόπο να πλησιάσει τον γηγενή πληθυσμό και να υιοθετήσει τα έθιμα του· το αποτέλεσμα ήταν να γίνει φαραώ της Αιγύπτου.
Για τους Αιγυπτίους, η παράδοση ορίζει πως ο φαραώ είναι θεός εν ζωή. Κατ’ επέκταση, λοιπόν, και οι Πτολεμαίοι ήταν θεοί εν ζωή. Από την άλλη, οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο την ίδια περίοδο δεν απεδέχθησαν από την αρχή έναν τέτοιο χαρακτήρα βασιλείας από τους Πτολεμαίους. Ωστόσο, η ελληνική παράδοση επέτρεπε τη θεοποίηση μετά θάνατον. Τελικά, οι Έλληνες, καθώς επηρεάστηκαν από την Αιγυπτιακή παράδοση, απεδέχθησαν τη θεοποίηση όχι μόνο  των νεκρών, αλλά και των ζωντανών και έτσι απέδωσαν σε αρκετά μέλη της Πτολεμαϊκής δυναστείας τον τίτλο σύνναοι θεοί. (Idris Bell, 1957, σελ.23) Οι παράγοντες αυτοί αποτέλεσαν τα πρώτα βήματα για τη σταδιακή εγκαθίδρυση της δυναστικής λατρείας των Πτολεμαίων.
Η πρακτική αυτή δεν γνώρισε επίσημη καθιέρωση μέχρι και τον Πτολεμαίο Β’ Φιλάδελφο, ο οποίος θεοποίησε τον πατέρα του Πτολεμαίο Α’ Σωτήρ και τη γυναίκα του Βερενίκη Α’. Περίπου το 280 π.Χ. ο Πτολεμαίος Β’ Φιλάδελφος καθιέρωσε προς τιμήν του πατέρα του μία γιορτή με το όνομα Πτολεμάϊα. (Hölbl, 2001, σελ.94) Με το πέρασμα των χρόνων, κάθε Πτολεμαίος βασιλιάς συμπεριελάμβανε τον εαυτό του στη μακρά λίστα των φαραώ και ταυτόχρονα των ζώντων θεών. Η θεοποίηση του Πτολεμαίου Α’ αποδείχθηκε χρήσιμη για τους μετέπειτα Πτολεμαίους βασιλιάδες, όχι μόνο ως θεού αλλά και ως ιδρυτή της λατρείας του ηγεμόνα, όπως ακριβώς ο Αλέξανδρος με την ιδιότητα του θεού είχε φανεί προηγουμένως για τον Πτολεμαίο Α’ Σωτήρ. (Ellis, 1994, σελ.60) Το γεγονός αν πίστευαν ή όχι οι Πτολεμαίοι πως πραγματικά κατάγονται από τους θεούς και για αυτό κυβέρνησαν την Αίγυπτο κατά αυτόν τον τρόπο έχει μικρή σημασία, σχετικά με το γεγονός για ποιο λόγο δέχτηκαν έναν τέτοιον ρόλο. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έρχεται μέσα από μία και μόνο λέξη, εξουσία. Οι Πτολεμαίοι είχαν την ανάγκη της υποστήριξης και από τους Αιγυπτίους και από τους Έλληνες εποίκους και η χειραγώγηση των παραδόσεων κάθε κοινωνικού συνόλου αποδείχθηκε ένα ισχυρό εργαλείο στη διασφάλιση της κυριαρχίας τους. Η δυναστεία των Πτολεμαίων κράτησε περισσότερο από κάθε άλλη δυναστεία που ιδρύθηκε από τους επιγόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, γεγονός το οποίο αποδεικνύει ότι οι Πτολεμαίοι είχαν μία καλά οργανωμένη γνώση γύρω από την πολιτική και τον έλεγχο του πλήθους. Επιπροσθέτως, ήταν σε θέση να διατηρήσουν την κυριαρχία τους με ελάχιστη χρήση βίας συγκριτικά με τους υπόλοιπους ηγεμόνες της ελληνιστικής περιόδου. Στην πραγματικότητα το σύνολο του Αιγυπτιακού πληθυσμού, καθ’ όλη τη διάρκεια της ηγεμονίας των Πτολεμαίων, δεν προσπάθησε να απαλλαχθεί από τους Πτολεμαίους. (Westermann, 1938, σελ.285)
            Οι Πτολεμαίοι αναγνώρισαν την αποτελεσματικότητα του συστήματος διακυβέρνησης που είχε οργανωθεί και καθιερωθεί από τους Αιγυπτίους. Έτσι αντί να εισαγάγουν ένα εξ’ ολοκλήρου ξένο σύστημα, προσαρμόστηκαν στο ήδη υπάρχων και διατήρησαν το status quo. Ευτυχώς για αυτούς, η απόφαση αυτή σήμαινε πως θα κυβερνούσαν ως ζώντες θεοί μια ευημερούσα αυτοκρατορία. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι οι Πτολεμαίοι δεν ανακηρύχθηκαν φαραώ από μόνοι τους· αντιθέτως, οι ίδιοι οι Αιγύπτιοι αναγνώρισαν στο πρόσωπο τους αυτό το ρόλο, ίσως επειδή αυτή ήταν η μόνη μορφή εξουσίας πως γνώριζαν. (Lloyd, 2003, σελ.404) Επιπλέον, η ιδέα της λατρείας του φαραώ ως θεού και η αντίληψη της λατρείας του ηγεμόνα ήταν σε γενικές γραμμές η λατρεία της εξουσίας. Ο φαραώ ή ο βασιλιάς θεωρούνταν ως η δύναμη που εμπόδιζε το χάος από το να καταστρέψει την κοινωνία και αυτή η δύναμη άξιζε το σεβασμό και την τιμή από τον λαό. (Idris Bell, 1957, σελ.24) Ο Πτολεμαίος Α’ και οι διάδοχοι του κατάλαβαν πως ενώ η βασική αρχή της διακυβέρνησης ήταν η βασιλεία, ταυτόχρονα αναγνώριζαν πως οι ίδιοι δεν ήταν απλά φαραώ αλλά την ίδια στιγμή και Μακεδόνες βασιλιάδες που κυβερνούσαν μια Ελληνό-Μακεδονική elite στο εσωτερικό της χώρας καθώς και τον γηγενή πληθυσμό. (Lloyd, 2003, σελ.402) Έτσι, ο Πτολεμαίος Α’ συγκρατημένα ίδρυσε μια τέτοια μορφή λατρείας του ηγεμόνα αποδεκτή και από τους Έλληνες και από τους Αιγύπτιους και έτσι προσπάθησε να μεταδώσει στους Έλληνες εποίκους την ιδέα αυτής της συνεργασίας και παράλληλα επιδίωξε να πετύχει την αποδοχή της πολιτικής του θέσης, (Lloyd, 2003, σελ.403) ικανοποιώντας την ίδια στιγμή τον γηγενή πληθυσμό με το να διατηρήσει αρκετά από τα έθιμα της λατρείας του φαραώ. Οι Πτολεμαίοι, μαζί με τους υπόλοιπους Μακεδόνες διαδόχους της Μέσης Ανατολής, αναγνώριζαν τους εαυτούς τους πρώτα και περισσότερο ως Μακεδόνες και έτσι, κατ’ επέκταση, κληρονόμους και φορείς του Ελληνικού πολιτισμού.  Ωστόσο οι Πτολεμαίοι κυβερνούσαν και ένα μη Ελληνικό έθνος και για αυτό έπρεπε να συμπεριφερθούν ανάλογα. Κατά συνέπεια, έπρεπε να επινοήσουν έναν τρόπο έτσι ώστε να φέρουν κοντά σε πολιτικό επίπεδο τους Έλληνες και τους Αιγύπτιους.
            Οι θρησκευτικές λατρείες ήταν ο τρόπος αυτός. Οι Έλληνες και οι Αιγύπτιοι κατάφεραν και αναγνώρισαν ο κάθε ένας τους δικούς του θεούς στο πάνθεο του άλλου. Με το πέρασμα του χρόνου οι Έλληνες επηρέασαν του Αιγύπτιους και οι Αιγύπτιοι τους Έλληνες με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν νέες λατρείες στην Αίγυπτο.
            Ως ιδρυτής της δυναστείας των Πτολεμαίων, ο Πτολεμαίος Α’ επινόησε ένα σχέδιο για να ενώσει τους διαφορετικούς πληθυσμούς υπό την εξουσία του. Δημιούργησε μία νέα λατρεία, η οποία συνδύαζε ταυτόχρονα Ελληνικά και Αιγυπτιακά στοιχεία· η λατρεία αυτή ήταν του Σάραπι. Στην προσπάθεια του αυτή ο Πτολεμαίος χρησιμοποίησε δύο πρόσωπα που επηρέαζαν την Ελληνική και Αιγυπτιακή κοινωνία αντίστοιχα: τον Τιμόθεο, έναν Αθηναίο και μέλος της οικογένειας των Ευμολπιδών, έναν από τις οικογένειες των ιερέων που σχετίζονταν με τα Ελευσίνεια Μυστήρια και τον Μανέθω, έναν Αιγύπτιο ιερέα και ιστορικό. (Ellis, 1994, σελ.31) Αυτοί οι δύο άνδρες και η πολύ καλή γνώση τους γύρω από τη θρησκευτική παράδοση κάθε πολιτισμού έδωσαν τη δυνατότητα στον Πτολεμαίο να κατασκευάσει μια λατρεία που ικανοποιούσε ταυτόχρονα Έλληνες και Αιγύπτιους. Η λατρεία του Σάραπι έφερε τις δύο πληθυσμιακές ομάδες κοντά κατά τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε μπορούσαν να υποστηρίξουν τον Πτολεμαίο με το δικό τους χαρακτηριστικό εθνικό τρόπο, ενώ παράλληλα μοιράζονταν ένα κοινό είδος λατρείας. Στην πραγματικότητα ο Πτολεμαίος αποδείχθηκε πως είναι, μέσα από την κατασκευή της λατρείας του Σάραπι, ένας ικανότατος πολιτικός.
            Οι προσπάθειες των Πτολεμαίων ηγεμόνων να διατηρήσουν την κυριαρχία τους στην Αίγυπτο και να ενώσουν τους δύο πολιτισμούς υπό την εξουσία τους δε σταμάτησε στις λατρείες· αντίθετα συνέχισαν με τη λογική επέκταση των λατρειών, τους ναούς. Ο μεγάλος αριθμός ναών στην Αίγυπτο έπαιζε έναν αρκετά σημαντικό ρόλο όχι μόνο στον θρησκευτικό τομέα της Αιγυπτιακής κοινωνίας αλλά και στον πολιτικό και οικονομικό. Όταν ο Πτολεμαίος Α’ Σωτήρ έθεσε εαυτόν ηγεμόνα της Αιγύπτου, κατανόησε αμέσως τη δύναμη των ναών και του προσωπικού που αυτοί διέθεταν, δηλαδή των ιερέων και των γραμματέων. Οι ιερείς, και ιδιαίτερα το ιερατείο της Μέμφιδος, εξυπηρετούσαν ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον Αιγυπτιακό πληθυσμό και το βασιλιά και η καλή τους θέληση σε αυτόν τον ρόλο εκλήφθηκε από τους Πτολεμαίους ως κλειδί για την αποδοχή τους από τους Αιγύπτιους, (Lloyd, 2003, σελ.407) ως εκ τούτου οι Πτολεμαίοι προχώρησαν σε σημαντικές κινήσεις για να διασφαλίσουν τη συμμαχία τους. Έτσι για να διασφαλίσουν την ηρεμία και την υποστήριξη του γηγενούς πληθυσμού, ο Πτολεμαίος Ακαι οι διάδοχοι του έπρεπε να διατηρούν μια συνετή σχέση με την τάξη των ιερέων. Ενώ οι Αιγύπτιοι είχαν υποδεχθεί τον Μέγα Αλέξανδρο και τους Έλληνες ως ελευθερωτές τους από τον Περσικό ζυγό, οι μνήμες της Περσικής περιόδου θα εξασθενούσαν με το πέρασμα του χρόνου και κατά συνέπεια αυτό απαιτούσε από την πλευρά των Πτολεμαίων τη λήψη των αναγκαίων εκείνων μέτρων για να στερεοποιήσουν τον πολιτικό τους έλεγχο. Αυτό επετεύχθη μέσα από διάφορους τρόπους· το χτίσιμο, την αποκατάσταση και τη διοίκηση των ναών. (Evans, 1961, σελ.161)
            Ως φαραώ της Αιγύπτου, οι Πτολεμαίοι είχαν την ευθύνη να αποδίδουν φόρο τιμής στους θεούς μέσα από το χτίσιμο και την αποκατάσταση ναών και μνημείων.  Τελικά η περίοδος των Πτολεμαίων συναγωνιζόταν τις περιόδους του Παλιού και του Νέου Βασιλείου, κατά τις οποίες η Αίγυπτος γνώρισε σημαντικό αριθμό ναών.  (Murray, 2002, σελ.17) Αρχίζοντας με τον ιδρυτή της δυναστείας των Πτολεμαίων, κατασκευάστηκαν αρκετοί νέοι ναοί σε όλη την Αίγυπτο. Ωστόσο οι Πτολεμαίοι επικεντρώθηκαν κυρίως στην κατασκευή ναών και την αποκατάσταση ήδη υπαρχόντων στις περιοχές Εντφού και Φύλαι. Ο Πτολεμαίος Βέχτισε και στις δύο αυτές περιοχές. Επίσης κατασκεύασε αρκετά μνημεία τα οποία απεικονίζουν τον ίδιο και συχνά τη σύζυγο του να προσφέρουν δώρα σε Αιγυπτιακούς θεούς. Από αυτά η στήλη της Μένδιδος είναι αρκετά σημαντική. Ο Πτολεμαίος Β’ απεικονίζεται να προσφέρει δώρα σε Αιγύπτιους θεούς, οι οποίοι σε ανταπόδοση του υπόσχονται κυριαρχία, δύναμη και μια μακρά βασιλεία. (Hölbl, 2001, σελ.84)
            Μια τέτοια απεικόνιση εγείρει το ερώτημα κατά πόσο ο Φιλάδελφος ή οποιοσδήποτε άλλος από τους Πτολεμαίους έχτιζαν ναούς και μνημεία προς τιμήν των θεών και τους προσέφεραν δώρα οδηγούμενοι από αληθινή πίστη ή απλά ήταν μέρος της πολιτικής τους. Ίσως να είναι και τα δύο. Για τους Έλληνες, ο Αιγυπτιακός πολιτισμός ήταν ένας αρχαίος πολιτισμός που είχε ανθίσει για αιώνες και διέθετε μια πλούσια ιστορία. Ως εκ τούτου, οι Πτολεμαίοι αλλά και άλλοι Έλληνες απέτιναν σεβασμό προς τον Αιγυπτιακό πολιτισμό, αλλά ο σεβασμός δεν οδηγεί απαραίτητα και σε πραγματική μεταστροφή. Επίσης, οι Πτολεμαίοι, όπως κάθε έξυπνος πολιτικός, κατανόησαν τους πολιτικούς και θρησκευτικούς δεσμούς που διέτρεχαν την Αιγυπτιακή κοινωνία και τους εκμεταλλεύτηκαν πλήρως.     
Σε αντίθεση με τους ναούς της σημερινής εποχής, οι αρχαίοι Αιγυπτιακοί ναοί δε λειτουργούσαν μόνο ως χώροι λατρείας. Είχαν παράλληλα και οικονομικές δραστηριότητες. Στην πραγματικότητα αποτελούσαν σημαντικό πόλο οικονομικής δραστηριότητας. (Lloyd, 2003, σελ.406) Οι Πτολεμαίοι αναγνωρίζοντας αυτόν τον οικονομικό παράγοντα, τον εκμεταλλεύτηκαν με κάθε τρόπο για να αυξήσουν τον πλούτο του βασιλείου τους. Διατηρώντας σε μεγάλο βαθμό την ήδη υπάρχουσα διάρθρωση, εισήγαγαν νέα αξιώματα και πολιτικές με σκοπό να ελέγξουν την οικονομική διοίκηση των ναών. (Dunand, 2004, σελ.207) Για παράδειγμα διόρισαν έναν επιστάτη σε κάθε ναό και πάνω από αυτόν ένα υψηλότερο αξίωμα, τον επιστάτη των ιερών, ο οποίος έλεγχε ένα σύμπλεγμα ναών. Οι διοικητικοί αυτοί υπάλληλοι είχαν την ευθύνη της εφαρμογής της φορολογικής πολιτικής και της συλλογής οποιουδήποτε κρατικού φόρου. (Evans, 1961, σελ.158)
            Κατά την περίοδο των Πτολεμαίων οι ναοί σε μεγάλο βαθμό συνέχισαν να εκτελούν τις πρότερες δραστηριότητες τους, (Lloyd, 2003, σελ.406) καθώς οι Πτολεμαίοι αναγνώριζαν το σημαντικό ρόλο που έπαιζαν στη γεωπολιτική της Αιγύπτου. Με την πάροδο του χρόνου οι ναοί αυτοί και τα διάφορα κτήρια άρχισαν να δημιουργούν μια οπτική αναπαράσταση της μίξης ανάμεσα στον Ελληνικό και Αιγυπτιακό πολιτισμό και πληθυσμό. Οι προσπάθειες των Πτολεμαίων να συνεχίσουν την παράδοση της Ύστερης Περιόδου της Αιγύπτου και να ενσωματώσουν σε αυτή το κλασσικό στυλ της Ελλάδας οδήγησε σε μια όλο και πιο αναπτυσσόμενη ανάμειξη, έτσι ώστε αυτό το μάλλον ετερόκλητο μείγμα να γίνει ολοένα και πιο όμοιο. (Lloyd, 2003, σελ.407)
            Η Πτολεμαϊκή Αίγυπτος είναι η ιστορία δύο πολιτισμών οι οποίοι ήρθαν κοντά από μια Ελληνική δυναστεία, η οποία έκανε χρήση της λατρείας του ηγεμόνα, των θρησκευτικών λατρειών και των ναών ως εργαλεία νομιμοποίησης της ηγεμονίας της. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, οι Αιγύπτιοι να υποστούν μια Ελληνοποίηση και οι Έλληνες μια Αιγυπτιοποίηση. (Lloyd, 2003, σελ.388) Στην πραγματικότητα, η δυναστεία των Πτολεμαίων αποτελεί ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα για το πώς η θρησκεία χρησιμοποιούνταν στον αρχαίο κόσμο ως εργαλείο πολιτικής για να αιτιολογήσει την κατάκτηση και την κυριαρχία ενός λαού.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Dunand, F., “Book II. Ptolemaic and Roman Egypt” in: F. Dunand & C. Zivie-Coche, Transl. by D. Lorton, London: Cornell University press, 2004, σσ.197-342.
Ellis, M.W., Ptolemy of Egypt, London: Routledge, 1994.
Evans, J.A.S., “A Social and Economic History of an Egyptian Temple in the Graeco-Roman Period”, in: H.M. Hubbell & W.S. Anderson, Yale Classical Studies, vol. 17, New Haven: Yale University press, 1961.
Hölbl, G., A History of the Ptolemaic Empire, Transl. by T. Saavedra, London: Routledge, 2001.
Idris Bell, H., Cults and Creeds in Graeco-Roman Egypt, Chicago: Ares publications, 1957.
Lloyd, B.A., “The Ptolemaic Period”, in: The Oxford History of Ancient Egypt, I. Shaw (ed.), Oxford: Oxford University press, 2003, σσ.388-413
Murray, A.M., Egyptian Temples, Mineola, N.Y.: Dover publications, 2002.
Westermann, W.L., “The Ptolemies and the Welfare of their Subjects”, American Historical Review 43.2 (January 1938), σσ.270-287.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου